Ομιλία, Γιώργος Αμαργιανάκης
Καθ. Μουσικολογίας Γιώργος Αμαργιανάκης
ΣΤΟΙΧΕΙα τεκμηριου
ΤΙΤΛΟΣ:
Ομιλία, Γιώργος Αμαργιανάκης
Αναγν. Κωδικοσ:
aga_tape_T345_02
Ημερομηνία:
3 Ιουνίου 1986
ΔΙΑΡΚΕΙΑ:
19’16”
ΤΟΠΟΣ:
Πανεπιστήμιο Κρήτης
ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ:
Πανεπιστήμιο Κρήτης
ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Καθ. Μουσικολογίας Γιώργος Αμαργιανάκης
ΓΛΩΣΣΑ:
Ελληνικά
ΑΔΕΙΑ:
cc
ΤΥΠΟΣ ΠΡΩΤΟΤ. ΑΡΧΕΙΟΥ:
ΤΑΡΕ
ΘΕΣΗ ΠΡΩΤΟΤ. ΑΡΧΕΙΟΥ:
Εργαστήριο ΘΕΚΙΜΣ
ΤΥΠΟΣ:
Εκδήλωση
Γιώργος Αμαργιανάκης: Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί προσκαλεσμένοι μας καλλιτέχνες! Η πρώτη αυτή συνάντηση Κρητών καλλιτεχνών με σκοπό τη διάσωση, την προβολή και τη μελέτη του μουσικού μας θησαυρού, του θησαυρού της ιδιαίτερης πατρίδας μας, της Κρήτης, πραγματοποιείται ύστερα από δυο σημαντικότατα γεγονότα. Το πρώτο είναι η θεσμοθέτηση ειδικής έδρας Μουσικολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης με σκοπό την έρευνα της μουσικής γενικότερα και ειδικότερα της ελληνικής μουσικής. Αξίζει να το χαιρετίσουμε σαν γεγονός εξαιρετικής σημασίας γιατί, όπως τόνισε και ο πρόεδρος, είναι η πρώτη έδρα Μουσικολογίας που ιδρύεται σε ελληνικό πανεπιστήμιο από τη σύσταση του ελληνικού κράτους. Στη χώρα αυτή, όπου η μουσική αγαπήθηκε με πάθος και καλλιεργήθηκε με ιερό – θα έλεγα – ζήλο και θεμελιώθηκε το θεωρητικό της σύστημα κατά τόσο τέλειο τρόπο, ώστε να αποτελέσει τη βάση της μετέπειτα της δυτικής μουσικής, στην χώρα αυτή – επαναλαμβάνω -ήταν καιρός πια η μουσική να μπει στην ανώτατη παιδεία μας. Και στο σημείο αυτό, νομίζω, οφείλομε να εκφράσουμε τα θερμά μας συγχαρητήρια και την ευγνωμοσύνη μας, θα έλεγα, στα μέλη της πρώτης Διοικούσας Επιτροπής και σε όλους όσους επεξεργάστηκαν τον Κανονισμό της Φιλοσοφικής Σχολής, που σκέφτηκαν να συμπεριλάβουν ανάμεσα στους άλλους Τομείς Έρευνας και την Έρευνα της Μουσικής. Σαν δεύτερο γεγονός εξαιρετικής σημασίας αναφέρω τις από μέρους της νέας Διοικούσης Επιτροπής του Πανεπιστημίου Κρήτης πρωτοβουλίες και ιδιαίτερα του προέδρου της, κου Γρηγόρη Σηφάκη, για το ξεκίνημα της μουσικολογικής έρευνας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Επεκτείνοντας τις επιστημονικές αναζητήσεις του ο κύριος Σηφάκης από τα κλασσικά κείμενα και στα μνημεία του λόγου του νεώτερου Ελληνισμού και ιδιαίτερα του δημοτικού τραγουδιού, έφτασε στη διαπίστωση ότι η έρευνα των ποιητικών κειμένων των δημοτικών τραγουδιών προϋποθέτει και παράλληλη έρευνα της μουσικής τους. Το δημοτικό τραγούδι περιλαμβάνει Μουσική, Ποίηση και Χορό. Τα τρία αυτά συγκλώθονται σε μια ενιαία και αδιάσπαστη ενότητα και έτσι πρέπει να εξετάζονται και να μελετούνται. Βέβαια, η διαπίστωση αυτή του κυρίου Σηφάκη δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η μοναδική. Υπήρξαν και άλλοι που έκαναν την ίδια διαπίστωση. Είναι όμως ο πρώτος που μαζί με τα άλλα μέλη της Διοικούσης Επιτροπής του Πανεπιστημίου βάλθηκε, με όλα τα μέσα και τις δυνάμεις του, να κάνει κάτι προς την κατεύθυνση αυτή. Ήδη, όπως πληροφορήθηκα, έχουν αγοραστεί αρκετά βιβλία μουσικολογικού περιεχομένου, γίνονται διαπραγματεύσεις για την αγορά μηχανολογικού εξοπλισμού και μελετά την κατασκευή ειδικού studio ηχογραφήσεων. Μέσα στα πλαίσια των όλων προσπαθειών περιλαμβάνεται και η οργάνωση της συνάντησης των Κρητών καλλιτεχνών με σκοπούς τους οποίους μας ανέπτυξε προηγουμένως ο Πρόεδρος της Διοικούσης Επιτροπής. Η συνάντηση αυτή, πέρα από την ιστορική σημασία της, έχει και εξαιρετικά μεγάλη πρακτική σημασία, αφού απ’ αυτήν θα προέλθει το πρώτο μουσικολογικό υλικό που θα αποτελέσει και τη βάση του αρχείου που προβλέπεται να ιδρυθεί στην έδρα Μουσικολογίας. Ξεκινούμε από την Κρήτη, όχι για σοβινιστικούς λόγους, αλλά για δυο βασικούς λόγους. Πρώτα-πρώτα για να τιμήσουμε τον τόπο που φιλοξενεί το Πανεπιστήμιο και δεύτερον γιατί η Κρήτη διατηρεί ακόμα και σήμερα μια ζωντανή και ακμαία λαϊκή παράδοση, η οποία ακόμα δεν έχει, δυστυχώς, μελετηθεί όσο θα έπρεπε. Όπως αποδεικνύεται από διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα και ιστορικές μαρτυρίες, οι κάτοικοι του νησιού, ευαίσθητοι και καλαίσθητοι από τα πανάρχαια χρόνια, καλλιέργησαν με ιδιαίτερη επιμέλεια τη μουσική. Και με την τέχνη τους αυτή επηρέασαν και άλλες ελληνικές περιοχές. Ο χρόνος δεν μας επιτρέπει να κάνουμε ιστορική αναδρομή. Θα ήθελα μόνο να υπενθυμίσω την περίπτωση του Θαλήτα, τον 8ο αιώνα πριν Χριστού, ο οποίος μαζί με τους περίφημους νόμους του, μετέφερε στη Σπάρτη και την κρητική μουσική και ειδικά την φρυγική αρμονία. Και από εκεί, όπως φαίνεται, διαδόθηκε και σε πολλές άλλες πόλεις της Ελλάδας. Και ιδιαίτερα χρησιμοποιήθηκε στην τραγωδία. Το γεγονός ότι ο Αριστοφάνης κατηγορεί τον Ευριπίδη ότι στις τραγωδίες του χρησιμοποιεί την κρητική μουσική, δηλαδή την φρυγική αρμονία, δείχνει χαρακτηριστικά την διάδοση της κρητικής μουσικής σε όλο τον ελληνικό χώρο. Αλλά και στους μετέπειτα χρόνους, και μέχρι σήμερα, η κρητική μουσική, όχι μόνο διατήρησε τη ζωντάνια της, αλλά και επηρέασε σοβαρά τη μουσική πολλών άλλων περιοχών, και ιδιαίτερα των νησιωτικών περιοχών, από τα Εφτάνησα ως την Κύπρο. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας, τον 2ο αιώνα μετά Χριστόν, αναφερόμενος στη μουσική στο βιβλίο του Στρωματείς μιλάει με θαυμασμό για την δεξιοτεχνία των Κρητών στη λύρα, βέβαια την παλιά λύρα, την αρχαιοελληνική λύρα. Αλλά και σήμερα μιλάμε για δεξιοτεχνία των Κρητών στη λύρα, άσχετα αν το όργανο αυτό βέβαια σήμερα έχει άλλη μορφή. Υπενθυμίζω, επίσης, ότι μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης και τη μεταφορά της πνευματικής κίνησης στην Κρήτη, ιδρύθηκαν εδώ πάρα πολλές σχολές μουσικής, και ιδιαίτερα βυζαντινής μουσικής, της οποίας τις επιδράσεις βλέπουμε ακόμα και σήμερα στο δημοτικό μας τραγούδι. Ακολουθώντας την παράδοση αυτή, η Κρήτη συνεχίζει και στις μέρες μας να κρατά την πρωτοπορία. Κι αυτό φαίνεται απ’ τη ζωντάνια της μουσικής της, από το πλήθος των καλλιτεχνών που την θεραπεύουν, γεγονός που όπως είδατε δεν μπορούμε να τους προσκαλέσουμε όλους στη συνάντηση αυτή, γιατί είναι τόσοι πολλοί! Κι ακόμη από ένα γεγονός το οποίο δεν αξιολογήθηκε ακόμη όσο θα έπρεπε. Ότι, δηλαδή, τη μουσική παράδοση του νησιού κράτησαν και κρατούν μόνο Κρήτες καλλιτέχνες, ξένοι καλλιτέχνες, όπως π.χ. Γύφτοι, που βλέπουμε σε άλλες περιοχές, ουδέποτε έγιναν δεκτοί στην Κρήτη. Κι αυτό έχει μεγάλη σημασία για την παράδοση της κρητικής μουσικής. Θα ’θελα ακόμη να προσθέσω ότι και στην έντεχνη μουσική, χρησιμοποιώ αυτόν τον όρο παρόλο που δε μ’ αρέσει, η Κρήτη πάλι πρωτοστατεί. Ο Χατζιδάκις, ο Θεοδωράκης, ο Μαρκόπουλος, ο Μαμαγκάκης, για να αναφέρω μόνο μερικά ονόματα, πρωτοστατούν, όχι μόνο στην ελληνική, αλλά και στην διεθνή μουσική κίνηση. Δυστυχώς, όπως είπα και προηγουμένως, η κρητική μουσική δε μελετήθηκε ακόμη όσο της αξίζει. Όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, η έρευνα της μουσικής άρχισε πολύ αργά. Και μετά την απελευθέρωσή μας, δυστυχώς, οι περιπέτειες που περάσαμε σαν λαός μας ανάγκασαν να στρέψουμε την προσοχή μας σε άλλους, ζωτικότερης σημασίας, τομείς και όχι σε έρευνες όπως του δημοτικού τραγουδιού, που ακόμη και σήμερα κατατάσσεται ανάμεσα στα είδη πολυτελείας. Έτσι, δεν είναι καθόλου παράξενο το γεγονός ότι οι πρώτες συλλογές δημοτικών τραγουδιών έγιναν από ξένους ερευνητές. Οι πρώτες συλλογές δημοτικών τραγουδιών είναι κυρίως συλλογές ποιητικών μόνο κειμένων. Συλλογές καθαρά μουσικές, δηλαδή με καταγραφή της μελωδίας των τραγουδιών στο πεντάγραμμο ή στη βυζαντινή σημειογραφία, άρχισαν να γίνονται προς το τέλος του περασμένου αιώνος. Ειδικά για την Κρήτη που μας ενδιαφέρει, η πρώτη συλλογή που έγινε, η πρώτη καθαρά μουσικολογική συλλογή, ήταν εκείνη του Παύλου Βλαστού, ο οποίος το 1860 μάζεψε αρκετά τραγούδια απ’ όλη την Κρήτη, μερικά από τα οποία δημοσίευσε τότε στην Φόρμιγγα, στο περιοδικό Φόρμιγγα και στο παράρτημά της. Τα υπόλοιπα έμειναν αδημοσίευτα. Ευτυχώς, σώθηκαν από τους συγγενείς και παραδόθηκαν στο Ιστορικό Μουσείο της Κρήτης στα Χανιά και έτσι μπορούμε να το μελετήσουμε και σήμερα. Την ίδια εποχή ένας άλλος μουσικοδιδάσκαλος από την Θήρα, ο Αντώνης Σιγάλας, κάνει μια άλλη συλλογή από όλη την Ελλάδα. Και στη συλλογή αυτή υπάρχουν 41 τραγούδια, κρητικά τραγούδια, δέκα από τα οποία προέρχονται πάλι από τον Βλαστό. Στις αρχές του αιώνα μας εμφανίζεται ο Γεώργιος Χατζηδάκης, ο οποίος δημοσιεύει πολλές μελέτες στο περιοδικό τότε Κρητική Στοά. Τις μελέτες αυτές μάζεψε κατόπιν όλες μαζί, τις επεξεργάστηκε από την αρχή και δημοσίευσε το 1958 ένα βιβλίο του Κρητική Μουσική, το οποίο είναι πάρα πολύ σπουδαίο. Το 1911 έγινε η πρώτη αποστολή στην Κρήτη από το Ωδείο Αθηνών και με επικεφαλής τον Ψάχο και ειδικότερα στο χωριό Λάκκους Κυδωνίας και έγιναν οι πρώτες ηχογραφήσεις τότε με φωνόγραφο. Από το υλικό αυτό καταγράφτηκαν στο πεντάγραμμο 19 μελωδίες και δημοσιεύτηκαν σε μια έκδοση που έκανε το Ωδείο Αθηνών με τραγούδια από την Κρήτη και την Πελοπόννησο. Ο Μιχάλης Λαγουδάκης το 1937 δημοσίευσε επίσης ένα μικρό βιβλίο με κρητικούς χορούς, χορευτικές δηλαδή μελωδίες, το οποίο επίσης είναι αξιόλογο. Ο Ιδομενέας Παπαγρηγοράκης δημοσίευσε κυρίως κείμενα των δημοτικών τραγουδιών, όμως στο τέλος του βιβλίου του συμπεριέλαβε και 14 μελωδίες κρητικών τραγουδιών, τις οποίες είχε γράψει ο Λευτέρης Μαυρομάτης. Εκείνο όμως το οποίον που αξίζει να αναφέρουμε από τον Παπαγρηγοράκη είναι ότι επισήμανε τους σκοπούς των ριζίτικων τραγουδιών και τα τραγούδια που τραγουδιούνται πάνω στους σκοπούς αυτούς. Και αυτό είναι μια σπουδαία συμβολή στην έρευνα της κρητικής μουσικής. Ιδιαίτερα αξιόλογη είναι και η συμβολή του Μιχάλη Βλαζάκη το 1961 με τη δημοσίευση του βιβλίου του Ριζίτικα Κρητικά Τραγούδια. Και εκεί επίσης ο Βλαζάκης, όπως ο Παπαγρηγοράκης, γράφει τους σκοπούς των τραγουδιών και δημοσιεύει και τα άλλα τραγούδια που τραγουδιούνται πάνω στους σκοπούς αυτούς. Ιδιαίτερα αξιόλογη είναι και η εργασία του φίλου κυρίου Ανωγειανάκη, ο οποίος στο βιβλίο του Ελληνικά Λαϊκά Μουσικά Όργανα κάνει εκτενέστατο λόγο και για τα κρητικά μουσικά όργανα. Σαν τελευταία και επίσης αξιολογότατη από πλευράς μουσικολογικής, καθαρά μουσικολογικής σκοπιάς, αναφέρω την εργασία του Samuel Baud-Bovy για τα ριζίτικα τραγούδια, για τα τραγούδια της δυτικής Κρήτης. Διαπιστώνουμε δηλαδή, ότι έχουν σημειωθεί πράγματι σημαντικά βήματα στην έρευνα της κρητικής μουσικής. Όμως, ο δρόμος για να φθάσουμε στο σημείο να έχουμε ένα corpus των δημοτικών τραγουδιών της Κρήτης είναι ακόμα αρκετά μακρύς. Ευτυχώς, η ίδρυση της έδρας Μουσικολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης έρχεται στην κατάλληλη ακριβώς στιγμή για να βοηθήσει προς την κατεύθυνση αυτή. Ας δούμε τώρα, με λίγα λόγια, τι θα είναι ακριβώς το αρχείο αυτό το οποίο ανέφερε προηγουμένως ο πρόεδρός μας, το Αρχείο Μουσικολογίας που πρόκειται να ιδρυθεί στο Πανεπιστήμιο. Το Αρχείο θα λειτουργήσει ταυτόχρονα σαν μουσείο και σαν Κέντρο Έρευνας της μουσικής με τους εξής επιμέρους τομείς: Κρητική δημοτική μουσική, ελληνική δημοτική μουσική, Βυζαντινή εκκλησιαστική μουσική, αρχαία ελληνική μουσική, μουσική των μεσογειακών χωρών και έντεχνη μουσική. Επειδή ο χρόνος δεν μας επιτρέπει να μιλήσουμε για όλους αυτούς τους τομείς, θα πω λίγα λόγια μόνο για τον πρώτο κλάδο, δηλαδή την δημοτική μουσική της Κρήτης και από εκεί θα μπορούμε να συμπεράνουμε τι θα γίνει και στους άλλους τομείς. Επιδίωξη του τομέα αυτού θα είναι η συλλογή του μουσικού θησαυρού της Κρήτης με σκοπό, όπως είπα και προηγουμένως, την διάσωση, την προβολή, την επιστημονική μελέτη και την πρακτική του χρησιμοποίηση. Ειδικότερα τώρα ως προς την συγκέντρωση του υλικού, θα αναζητηθεί το ηχογραφημένο υλικό σε ταινίες ή σε δίσκους που προέρχεται από καλλιτέχνες που δεν βρίσκονται σήμερα στη ζωή. Η αναζήτηση αυτή θα γίνει πρώτα-πρώτα ανάμεσα στους συγγενείς των καλλιτεχνών. Έπειτα στα αρχεία, τα υπάρχοντα αρχεία, μουσικολογικά αρχεία που υπάρχουν, στα πνευματικά μας ιδρύματα που κάνουν τέτοιες συλλογές και τέλος σε ιδιωτικές συλλογές. Δεύτερη επιδίωξη θα είναι η ηχογράφηση όλων των καλλιτεχνών που υπάρχουν σήμερα στο νησί. Για το σκοπό αυτό θα οργανωθούν αργότερα ειδικές αποστολές από ειδικά συνεργεία που θα επισκεφθούν όλα τα χωριά, ακόμα και τους πιο μικρούς συνοικισμούς, και θα βρουν εκεί επιτόπου τους καλλιτέχνες και τους ανθρώπους, οι οποίοι ξέρουν να τραγουδούν και προπαντός ξέρουν παλιά τραγούδια τα οποία τείνουν να ξεχαστούν γιατί σήμερα τραγουδιούνται πολύ σπάνια. Επίσης, θα αναζητηθούν βιβλία ή περιοδικά που περιέχουν μουσική καταγεγραμμένη δηλαδή μουσική στο πεντάγραμμο ή στη βυζαντινή μουσική ή ακόμα και πληροφορίες που έχουν σχέση με τη μουσική γενικότερα της Κρήτης. Και τέλος, θα γίνει προσπάθεια να συγκεντρωθούν μουσικά όργανα ή αντικείμενα, προσωπικά αντικείμενα, των καλλιτεχνών που έχουν όμως σχέση με τη μουσική, με προοπτική να γίνει το μουσείο λαϊκών οργάνων. Τώρα, παράλληλα με τη συγκέντρωση του υλικού, θα επιδιωχθεί και η καταγραφή της μουσικής των τραγουδιών αυτών με απώτερο σκοπό να εκδοθεί το corpus που ανέφερα προηγουμένως, δηλαδή ένας τόμος ή πολλοί τόμοι ανάλογα με το υλικό που θα έχουμε, μέσα στους οποίους θα υπάρχουν όλες οι κρητικές μελωδίες με τα κείμενά τους με όλες τις πληροφορίες τις μουσικολογικές που είναι απαραίτητες. Και το οποίο corpus θα αποτελέσει τη βάση της επιστημονικής έρευνας της κρητικής μουσικής. Όταν οι ίδιες εργασίες προχωρήσουν και στους άλλους τομείς που προανέφερα, τότε θα αρχίσει η πιο σοβαρή εργασία, δηλαδή η συγκριτική εξέταση της κρητικής μουσικής με την ελληνική δημοτική μουσική και με τη μουσική των άλλων μεσογειακών χωρών. Αφού οι μεσογειακές χώρες, όπως πιστεύουμε,[αποτελούν] μια ενιαία πολιτιστική ενότητα με κοινά στοιχεία και αμοιβαίες επιδράσεις. Όπως καταλαβαίνετε, με το πέρασμα του χρόνου και με την πρόοδο της έρευνας, το κέντρο αυτό θα μπορούσε να αναδειχθεί σε ένα, ας το πούμε έτσι, Παμμεσογειακό Κέντρο Έρευνας της Μουσικής. Τώρα, ποια θα είναι τα πρακτικά οφέλη από το αρχείο αυτό. Πρώτα-πρώτα, η κρητική μουσική και ιδιαίτερα μετά την έκδοση του corpus αυτού που ανέφερα, θα γίνει παγκόσμια γνωστή και αντικείμενο έρευνας των μεγάλων ερευνητών μουσικολόγων. Θα αποτελέσει ένα πολύτιμο βοήθημα για τους συνθέτες μας, οι οποίοι πέρα από τις τεχνικές λεπτομέρειες που θα βρουν σε αυτό, θα είναι μια πηγή εμπνεύσεων για παραπέρα δημιουργίες. Ιδιαίτερα όμως μεγάλη σημασία θα έχει για τους ίδιους τους λαϊκούς καλλιτέχνες μας, οι οποίοι μέσα από το βοήθημα αυτό θα βρίσκουν την γνήσια μουσική παράδοση του νησιού μας και θα προφυλάσσονται έτσι από αυθαιρεσίες που βασικά οφείλονται στην άγνοια. Γενικά, το αρχείο θα είναι ένα ζωντανό μουσείο της κρητικής μουσικής και κέντρο έρευνας και συστηματικής παρακολούθησης της εξέλιξής της. Θα σας αναφέρω ένα παράδειγμα για να δείτε πώς θα λειτουργήσει το αρχείο αυτό. Ας πούμε ότι μετά από 400 χρόνια κάποιος ερευνητής ή κάποιος λαϊκός μας καλλιτέχνης θα ήθελε να μάθει, ας πούμε, αναφέρω έτσι ένα όνομα στην τύχη γνωστού, τι ήταν ο Μουντάκης. Θα έρθει, λοιπόν, στο αρχείο, θα πάει στην καρτελοθήκη και θα ανασύρει την ειδική καρτέλα με το όνομα του Μουντάκη. Θα δει την φωτογραφία του, για να ξέρει πως ήταν φυσιογνωμικά ο άνθρωπος αυτός. Θα διαβάσει ο βιογραφικό του σημείωμα, να δει πού γεννήθηκε, πότε πέθανε, να δει όλα τα στοιχεία εκείνα τα οποία αφορούν στη ζωή του. Να δει ποιος ήταν ο δάσκαλός του, ποιοι ήταν οι μαθητές του και πώς έπαιζε την λύρα του κι όλες εκείνες τις λεπτομέρειες που είναι απαραίτητες. Θα πάει κατόπιν στο μουσείο λαϊκών οργάνων και θα δει την λύρα με την οποία έπαιζε. Ύστερα θα περάσει στην ταινιοθήκη, θα πάρει την ταινία και θα ακούσει την ίδια τη μουσική που έπαιζε ο καλλιτέχνης εκείνος. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, ποια πρακτική σημασία και ιστορική σημασία θα έχει η προσπάθεια αυτή που ξεκινούμε. Κι όπως καταλαβαίνετε, κι είπα προηγουμένως, το Κέντρο αυτό, με την πάροδο του χρόνου, πέρα από την τοπική σημασία του, θα αποκτήσει διεθνή προβολή και διεθνή σημασία, διεθνές ενδιαφέρον και θα προσελκύσει, θα προσελκύει, όχι μόνο φοιτητές από την υπόλοιπη Ελλάδα αλλά και απ’ όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα από τις μεσογειακές χώρες. Για τον λόγο αυτό, νομίζω, αξίζει όλοι οι Κρήτες να το περιβάλουμε με ιδιαίτερη αγάπη και ενδιαφέρον και να βοηθήσουμε με όλα τα μέσα για τη σωστή λειτουργία του. Σε πρώτη φάση θα χρειαστεί, στην κυριολεξία, να αναλάβουμε μια σταυροφορία για την ηχογράφηση και καταγραφή του μουσικού υλικού με ειδικά συνεργεία, όπως είπα προηγουμένως. Στο σημείο αυτό θα είναι ιδιαίτερα σημαντική η βοήθεια την οποία περιμένουμε από την τοπική αυτοδιοίκηση, την Εκκλησία, τους εκπαιδευτικούς και όλους όσους μπορούν να βοηθήσουν.